Δεν το περίμενε ούτε εκείνος
Πάντα φοβόταν, ντρεπόταν, κρυβόταν,
αλλά σήμερα ήταν εκεί και δεν τον περίμενε κανείς.
Μέρα γεμάτη θυμό,
αγανάκτηση κι όργητα σε φίλους,
μήνις ηρώων ξεχασμένων σε βιβλία σκονισμένα
ιαχές νέων ποιητών που ξεκούφαιναν από μεγάφωνα.
Μανία τον κατέλαβε κι ας έμενε μόνος.
Πήγε κι ας μην τον περίμενε κανείς.
Τον πρόδωσαν μισολογούσε κι άπληστα
άφησε την οργή να ξεπροβάλει…
Θα φύγω όρθιος, σκέφτηκε, αλλά δε θα γονατίσω πάλι,
κατάρα σε όποιον τρέμει τη ματιά του τυράννου
σ’ όποιον κρύβει την πρώτη οργή
θανατ’κό σε εκείνον που θα ντραπεί ξανά
’κείνον που θα κρυφτεί
αφορισμός σ’ όποιον τολμά να κοιτά τα γόνατά του,
σ’ όποιον μιλά ψιθυριστά,
Αλίμονο στη σιωπή, στον πόνο
ανάθεμα στη στιγμή που κρύβει το πρώτο δάκρυ…
0 σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου