Γυάλινα τέρατα ήρθαν στο σπίτι
τους άνοιξα την πόρτα,
με γέλασαν με τα ωραία τους κοστούμια, δε λέω,
με τα ωραία τους χαμόγελα.
Τους πίστεψα, είναι αλήθεια,
γιατί καλλιεργούσαν ρόδα και τα μοίραζαν απλόχερα.
Στον καθρέφτη του μπάνιου, άλλωστε, κάθε μέρα έβλεπα την αλήθεια
και τώρα τα τέρατα άρχισαν να την κηρύττουν.
Κι εγώ τους άνοιξα…
Δε μου άρεσαν όσα έλεγαν, αλλά αφού άνοιξα
τη γυάλινη πόρτα τους άκουσα.
Δεν μπορεί κάπου εδράζεται η σιγουριά των τεράτων, σκέφτηκα.
δε γίνεται να ψεύδονται έτσι άθυρμα, λένε την αλήθεια, σίγουρα.
Μπήκαν κι έκατσαν, τους φίλεψα
κι ας είχα φυλάξει λίγη αισιοδοξία για ώρα ανάγκης.
Πρόσφερα ελπίδα από το ψυγείο,
ζέστανα προσδοκία και τη σέρβιρα.
0 σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου