Ασύρματες πληροφορίες έρχονται στο μυαλό,
ποτίζουν τις φοβίες σαν αφιόνι,
σα κλιματόβεργες στηρίζουν τα μπόγια της καθαρής σκέψης
-εκείνης που λάθρα μπολιάζουν.
Σύνορα υψώνω για να προστατέψω το λογισμό,
σε τείχη αμπαρωμένος προετοιμάζομαι για την πολιορκία,
μα η μάχη άρχισε. Όταν γεννήθηκα είχε ήδη ξεσπάσει…
Ευνουχισμένες σκέψεις συστρατεύονται πλάι μου
πουλημένες τηλεαπόψεις με ακρωτηρίασαν
δημοκρατικές κραυγές πανικού πλημμύρισαν τη γη.
Στην Κιβωτό των σωτήρων θυσιάζεται το μέλλον μου
από μια σανίδα πασχίζω να πιαστώ
-τα σωσίβια πια τα έχουν πάρει άλλοι-,
οι Αβραάμ που στο βωμό ετοιμάζουν το μέλλον μου
-μόνο που εκείνος θυσίασε το δικό του παιδί, όχι τα δικά μου.
Ακρωτηριασμένη σκέψη αναζητά διέξοδο.
Η Άρτεμις ακόμα δεν ήρθε, δεν πρόλαβε τη θυσία
-το πρώτο αίμα του πολέμου-
κι η Ισμήνη μόνη κλαίει
-διωγμένη από όλους.
Κουρέλια έγινε η ελπίδα, ναυαγοί τα σχέδιά μου,
πνιγήκαν τα όνειρα στα κύματα των σχεδίων τους.
Στη θεομηνία ως μεσσίες υποσχέθηκαν θαύματα,
μα είπαν ψέματα. Οι προφητείες τους
ανεμοστρόβιλοι που παρασέρνουν κάθε προσδοκία,
θύελλες που βυθίζουν τις φωνές σε καταιγίδες αίματος.
Ναυαγός πια οργισμένος, υψώνω σύρματα γύρω μου.
Σύρματα αγκάθινα για να τα κάνω στεφάνια,
Σύρματα για να στολίσω τους τοίχους μου.
0 σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου