δημοσιεύτηκε
στο schooltime.gr
διαβάστε τη συλλογή |
Η
θεματολογία της συλλογής είναι προέρχεται
την κοινωνική πραγματικότητα που
βιώνουμε. Οι σύγχρονες κοινωνικές
συνθήκες -βιωμένες ή ως κοινωνικές
προβολές- είναι ο βασικός άξονας της
συλλογής, άλλοτε εμπεριέχοντας
συμβολισμούς κι άλλοτε ευθέως. Μέσα από
τους συμβολισμούς, την ειρωνεία και την
εικονοπλασία κατατίθεται η αγωνία του
για ζητήματα άλλοτε κοινωνικής φύσης
κι άλλοτε πολιτικής υφής. Ο καθημερινός
πόνος, το απάνθρωπο αστικό τοπίο, η
πολιτική και η οικονομική κρίση, είναι
τα βασικά θέματα. Η συλλογή ξεφεύγοντας
από το λευκό της σελίδας διανθίζεται
με λιτές εικόνες κατάλληλες ώστε να
αναδείξει τα συναισθήματα του δημιουργού.
Ποιήματα άλλοτε με λόγο εικονοπλαστικό
κι άλλοτε με ειρωνεία πλαισιώνονται
από θολές αναπαραστάσεις.
Κοινωνική
ποίηση, λοιπόν, με μεταμοντέρνα ποιητική
γραφή. Οι σουρρεαλιστικές εικόνες,
άσχετες φαινομενικά μεταξύ τους,
συνθέτουν με οργή, απογοήτευση κι ελπίδα
το κοινωνικό παζλ. Αλλά η συλλογή δεν
είναι απαισιόδοξη. Ο συμβολισμός και η
ειρωνεία είναι δύο όπλα που επιτάσσει
ο ποιητής σε συνδυασμό τη λόγια λογοτεχνική
παράδοση.
Πολλές
οι αναφορές σε μυθικά και δραματικά
πρόσωπα, συχνές αναφορές σε παλαιότερους
ποιητές -άμεσες κι έμμεσες (Σολωμός,
Κάλβος, Ελύτης, Καρυωτάκης, Καβάφης,
Χαραλαμπίδη κ.ά.).
Στη
συλλογή ξεχωρίζει η
οργή της πεταλούδας, που δανείζει
τον τίτλο της στην έκδοση. Το ποίημα
πραγματεύεται τον αγώνα ενάντια σε
όσους απειλούν με παγίδες να κλέψουν
τα όνειρα των ανθρώπων. Οπτικές εικόνες,
γνωμικό και επιρροές από τη λογοτεχνική
μας παράδοση, συνθέτουν την κορωνίδα
της ανθολογίας. Το θέμα των χαμένων
ονείρων και της αγωνιστικότητας
εμφανίζεται και στο λύκοι στο σκοτάδι,
ένα ποίημα συμβολικό που διακρίνεται
από πληθωρική χρήση εικόνων (οπτικών
κι ηχητικών). Ωστόσο, τα ποιήματα αυτά
δεν είναι απαισιόδοξα.
Σημαντική
θέση στη συλλογή κατέχει και το βραβευμένο
με Α΄ έπαινο από τη Συντροφιά της Λεμεσού
Νόστος.
Έμμεση αναφορά στην κυπριακή τραγωδία
σε μία στιχουργική που πατά πάνω στη
σύγχρονη κυπριακή ποιητική παραγωγή
και της αρχαιοελληνική μυθολογία.
Αξιόλογη
είναι και η ανθολόγηση του διακριθέντος
στα e-awards 2012 ποιήματος είκοσι
ετώ που ξεχωρίζει λόγω του
ιδιαίτερου συναισθηματισμού του.
Γραμμένο αμέσως μετά το ξέσπασμα της
τυνησιακής εξέγερσης το 2011 με αφορμή
τον μικροπωλητή που αυτοκτόνησε, ο
ποιητής με εμφανείς επιρροές από Καβάφη
και Ρίτσο (Επιτάφιος) καταγράφει τα
συναισθήματα ενός πατέρα που έχασε τον
εικοσάχρονο γιο του. Βασικό στοιχείο
το ηροδότειο συναίσθημα πόνου των γονέων
και ο δημοκρατικός αγώνας. Χωρίς
συμβολισμούς, αλλά με άμεσο τρόπο και
συναισθηματική πλαστικότητα, δίνεται
ο οδυρμός του πατέρα για ένα γιο που
αγωνίστηκε ενάντια στην κοινωνική
αδικία, όπως κι εκείνος παλαιότερα για
την ανεξαρτησία. Θα μπορούσε κάλλιστα
να είναι ένα ποίημα αφιερωμένο σε δύο
γενιές αγωνιστών της ελευθερίας, όπου
η μεγαλύτερη -κατά ηροδοτική ειρωνεία-
έθαψε τη νεώτερη γενιά αγωνιστών. Δύο
γενιές πολεμιστών όπου ο ένας αγώνας
(για ανεξαρτησία (ή θεσμική δημοκρατία
κατά τα ελληνικά δεδομένα;) ακολουθήθηκε
από ένα δεύτερο (για πραγματική
δημοκρατία).
Στο
ψάρεμα στην
αρένα του παραλόγου η πλαστική
των εικόνων συνδέεται άρρηκτα με τους
συμβολισμούς και αναφέρεται άμεσα στην
κοινωνική πραγματικότητα. Το ύφος
θυμίζει απολογισμό ψαρέματος, έναν
εσωτερικό απολογιστικό μονόλογο. Η ίδια
η κοινωνία είναι μία ρωμαϊκή αρένα όπου
αντί για θηρία να κατασπαράξουν ανθρώπους
υπάρχει το παράλογο, το αστικό τοπίο
των πολυκατοικιών (εξώστη) η μοναξιά
κι η αλλοτρίωση (πόσο κοντά είναι ο
γείτονας…πώς να τον λένε άραγε;), η
φτώχεια (μας προσφέρουν πείνα,
συσσίτια), η κοινωνική αγανάκτηση
(δανεική οργή, οξεία οργής).
Η
επιλογή συγκεκριμένων λέξεων τονίζει
ακριβώς την τοποθέτηση του ποιητή
απέναντι στη μορφή που έχει η κοινωνία
του, περιγράφει μία κατάσταση που μάλλον
τον τρομάζει και τον θέτει σε εγρήγορση
(απάνθρωπη θάλασσα, αυταπάτη σε όαση
θεατρική, πόλης σε κατάθλιψη, πού χαθήκαν
οι παιδικές φωνές/γιατί αδειάσαν τα
πάρκα, αισιοδοξία…αργοπεθαίνει,
φυλάκισαν ελπίδες/όνειρα έριξαν βορά
στα πεινασμένα σκυλιά κλπ) .
Μέσα
στις απάνθρωπες συνθήκες ο ποιητής
ξεχωρίζει το κράτος που λειτουργεί πια
ως ΜΚΟ (μία ΜΚΟ συστήσαν που την ονομάσαν
Κράτος). Ουσιαστικά έμπνευση ήταν τα
συσσίτια σε μαθητές που λιποθυμούσαν
στα σχολεία και το δικαίωμα εκπαιδευτικών
να σιτίζονται σε λέσχες αξιωματικών
μετά τις μειώσεις των μισθών τους. Είναι
μία άκρως ειρωνική διατύπωση για την
περιγραφή μίας πολιτικής που οδήγησε
στην εξαθλίωση και αργότερα συστήνουν
συσσίτια για να περιορίσουν την οργή.
Μέσα
σε όλα βέβαια αναδεικνύει και την απουσία
των φτασμένων, επώνυμων ποιητών. Όλων
εκείνων που αναζητούσαν στην εποχή του
πλούτου επιχορηγήσεις (επιχορηγήσεις/τόσος
ήταν ο οίστρος κι η έμπνευσή τους) ή
εμφανίζονταν επιδεικτικά σε μεγάλες
γιορτές (έτρεχαν να γράψουν διθυράμβους/για
νίκες ολυμπιακές, για φιέστες). Σήμερα
που δεν υπάρχουν κέρδη κρύβονται και
σιωπούν (τώρα κρυφτήκαν…Πτώχευσαν
κι οι ιδέες μας, χρεοκόπησαν οι αξίες
τους). Η παλιά ανατρεπτική ποίηση έχει
πια χαθεί μαζί με τα κέρδη. Ένας θίασος
κατάντησε η καλλιτεχνική ζωή, ένα θέατρο
γεμάτο πεινασμένους η κοινωνία.
Το
τέλος του ποιήματος οργισμένο κι
επιθετικό. Ουσιαστικά ο αφηγητής φέρεται
να είναι έτοιμος για πόλεμο να χύσει
αίμα. Εξάλλου εχθροί είναι πολλοί κι
εύκολα βρίσκονται.Καυστική ειρωνεία
πηγάζει από τα ποιήματα η
επιστροφή της Ιφιγένειας,
ο Φήμιος
και ο
ποιητής κι ο Θερσίτης. Στίχοι
πάνω στη μυθική παράδοση και την αρχαία
λογοτεχνία γίνονται σύμβολα κριτικής
για δημοσιογράφους, ποιητές που σιωπούν,
καλλιτέχνες που απομονώνονται από την
κοινωνία.
Στην
επιστροφή
της Ιφιγένειας διακρίνουμε
την ειρωνεία όταν συνδέεται άμεσα με
το μύθο και την αρχαία τραγωδία. Ένα
ποίημα γεμάτο συμβολισμούς όπου και
πάλι η επική παράδοση λειτουργεί ως
αφορμή, τροφή έμπνευσης. Ο Κάλχας
-πρόσωπο συμβολικό- μπορεί να είναι ο
κλήρος και κάθε ένας που υποδύεται το
γνώστη πραγμάτων που δε γνωρίζει ο μέσος
άνθρωπος. Έτσι, μπορεί να ερμηνευτεί ως
παπάς που δωροδοκείται με τάματα και
ερμηνεύει όπως τον συμφέρει το Θεό. Σε
δεύτερη μετάφραση είναι ένας τεχνοκράτης
κι ένας δημοσιογράφος που ερμηνεύουν
και δημοσιολογούν πάνω σε πολιτικές
αποφάσεις. Βάσει της βαθύτερης ερμηνείας
ο λόγος αμέσως μεταφέρεται στη διαπλοκή
των δημοσιογράφων με οικονομικά
συμφέροντα και την αδιαφορία για την
ενημέρωση του κοινού. Με ανάλογο σκεπτικό
ουσιαστικά σατιρίζεται (έντονη η ειρωνική
διάθεση) η προπαγανδιστική τακτική
παράφρασης γεγονότων, αφού όλοι πιστεύουμε
ότι η Ιφιγένεια θυσιάστηκε, αλλά ο
ποιητής της συνάντησε μπροστά του. Ως
Ιφιγένεια μπορεί να νοηθεί η ίδια
αλήθεια και η ενημέρωση του κοινού η
οποία ανά πάσα στιγμή κινδυνεύει να
θανατωθεί.
Και
ο Φήμιος
αποτελεί μία ακόμα επική έμπνευση. Ο
ομηρικός αοιδός ψυχαγωγεί τους καταπατητές
του οδυσσειακού οίκου χωρίς ιδιαίτερες
συστολές για την αγένεια και την κατάχρηση
της φιλοξενίας. Τέρπει τους μνηστήρες
με άσματα ηρωικά, αλλά μακρινά από την
επιστροφή των ηρώων του πολέμου. Σιωπά
μπροστά στην ύβριν που διαπράττουν οι
καταπατητές. Όπως αποδεικνύεται στο
τέλος του ποιήματος, ο αοιδός δεν είναι
παρά ένα σύμβολο για να κρίνει ο ποιητής
τους σύγχρονούς του πνευματικούς
ανθρώπους και καλλιτέχνες που
σιωπούν μπροστά στις παρενέργειες της
οικονομικής κρίσης. Διασκεδάζουν με
ανώδυνα άσματα και προτιμούν τη
σιωπή.
0 σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου